Σε πέντε χρόνια παρουσίας στη Ρεάλ, ο Πάμπλο Λάσο έχει 1 πρωτάθλημα, 3 κύπελλα Copa Del Rey, ενώ πλέον μετρά και 1 τρόπαιο στην ευρωλίγκα σε 3 παρουσίες σε τελικούς. Το βιογραφικό του θα μπορούσε να ήταν ενδεχομένως πλουσιότερο.
Από την άλλη, ίσως κάτι τετοιο να ήταν δύσκολο. Ο Λάσο βλέπετε, όπως σχεδόν κάθε άλλος, δεν έχει μια ομάδα που παίζει μόνη. Στην ACB, υπάρχει άλλο ένα μεγαθήριο και μερικές ακόμα πραγματικά καλές ομάδες. Στην Ευρωλίγκα παίζουν και άλλα ιστορικά κλαμπ, όπως π.χ. ο Ολυμπιακός ή η Μακάμπι. Συνήθως, όταν στα ψηλά βρίσκονται πολλοί, οι τίτλοι δεν έρχονται σε συνέχεια, αλλά σε περιοδικότητα. Πόσοι μπόρεσαν να πάρουν 3 ευρωλίγκες σε 5 χρόνια ή πόσοι καταφεραν ένα back-to-back? Το πρώτο το έχει κάνει ο Παναθηναικός, αλλά δεν ωφελεί να συγκρίνεται κανείς με τον Ομπράντοβιτς. Συνεχόμενους τίτλους επί εποχής φάιναλ φορ έχουν να επιδείξουν μόνο η ανεπανάληπτη Γιουγκοπλάστικα, η Μακάμπι των 4 παιχταράδων και ο Ολυμπιακός. Μόνο που ο τελευταίος το κατάφερε με δυο διαφορετικούς προπονητές.
Αν είναι να συγκρίνουμε όλους με ένα σύνολο στο οποίο έπαιζαν μαζί οι Κούκοτς και Ράτζα, ή με ένα άλλο στο οποίο ο Ζοτς έδινε οδηγίες στους Διαμαντίδη, Σπανούλη και Σάρας μαζί (!), τότε μην το ψάχνετε, οι πάντες θα βγουν χαμένοι. Δυναστείες θα βρείτε λίγες, σε όποια πλευρά της υφηλίου και να στρέψετε την προσοχή σας. Πέραν αυτών, η πλειοψηφία αγωνίζεται για να μαζέψει ό,τι περισσότερο μπορεί. Οσοι πολλοί προπονητές δε γίνονται μύθοι, συνήθως ψάχνουν τη θέση τους κάπου ενδιαμέσα στη διελκυστίνδα μεταξύ του κακού και του καλού.
Ο Λασο σίγουρα τοποθετείται κοντύτερα στο δεύτερο άκρο και ο λόγος δεν είναι μόνο τα όσα (πολλά ή λίγα) έχει κερδίσει, αλλά και το μπάσκετ με το οποίο τα έχει συνοδέψει. Κακά τα ψέμματα, η Ρεάλ της τελευταίας τριετίας είναι πιθανώς η θεαματικότερη ομάδα που υπάρχει στην Ευρώπη. Χέρια πάνω στη μπάλα, διαρκής αναζήτηση του αιφνιδιασμού, εντυπωσιακές φάσεις και αυτοσχεδιαστική βιρτουοζιτέ. Το ρόστερ σίγουρα πληρεί τις προυποθέσεις για κάτι τέτοιο, αλλά από την άλλη δεν είναι και λίγοι οι προπονητές που έστρεψαν την πλάτη τους στη διαχείριση του ταλέντου, μην μπορώντας (ή αν θέλετε μη θέλοντας) να το τιθασευσουν. Στο μπάσκετ των αυστηρών ρόλων και του ελέγχου του ρυθμού, η Ρεάλ αποτέλεσε φωτεινή εξαιρεση. Οχι τη μόνη, αλλά εδώ δεν είμαστε για να μιλήσουμε για τις υπόλοιπες.
Αυτό δε σημαίνει πως ο Λάσο έφτιαξε μια ομάδα χωρίς κανόνες, αλλά οτι έδινε στους παίκτες τη δυνατότητα να τους τραβάνε όσο περισσότερο μπορούσαν στα άκρα. Στα δυο προηγούμενα χρόνια, ο κοουτς της Ρεάλ συνδύασε το αυστηρό και τυποποιημένο rotation (θυμηθείτε τον τρόπο χρήσης του Ντρέιπερ), την έξοδο στην πάσα, τα σωστά σκριν για τους σουτέρ, με την δυνατότητα για ένα πιο ελευθερο μπάσκετ όταν οι συνθήκες το ευνοούσαν. Η βασική αρχή που μέχρι και σήμερα διέπει το παιχνίδι της είναι η ίδια: οι καλοί σουτέρ να είναι πολλοί και να βρίσκονται σε ικανή απόσταση μεταξύ τους, ετσι ωστε η άμυνα να τιμωρείται για την ελάχιστη παραπάνω προσοχή που θα δείξει σε κάποιο σημείο του γηπέδου.
Με αυτό το μπάσκετ, τα 2 προηγούμενα χρόνια η Ρεάλ έφτασε πολύ κοντά στην πηγή αλλά δεν ηπιε νερό. Επαιζε όμορφα, ελκυστικά και έπαιρνε με σχετική ευκολία όλα τα μεγάλα παιχνίδια πλην ενός. Σε αντίθεση με τις κοινές δοξασίες, το πρόβλημα της ελάχιστα εντοπίζεται στο μυαλό και τη σκέψη, και ακόμα λιγότερο στην άμυνα στο σετ παιχνίδι. Πέρυσι για παραδειγμα, σε χρονιά που έχασε το τρόπαιο, το ποσοστό κατοχών της που κατέληγε σε λάθος ήταν μόλις 12,7%. Μικρότερο είχε μόνο η Γαλατά, που παρουσίαζε όμως τις λιγότερες κατοχές στη διοργάνωση. Επίσης (και από τον ίδιο πίνακα) η άμυνα της υπολειπόταν μόνο εκείνης της ΤΣΣΚΑ του Μεσίνα (!), ενώ ήταν και πάλι μέσα στις κορυφαίες στα κλεψίματα. Οι επιδόσεις αυτές διατηρήθηκαν ως έχουν και φέτος, τη χρονιά δηλαδή που επανέκτησε τα ευρωπαικά σκήπτρα.
Τα εμπόδια που έβρισκε η Ρεάλ στο δρόμο της είχαν να κάνουν περισσότερο με τη στελέχωση. Οταν χρειαζόταν να "σκεφτεί", τις αποφάσεις έπρεπε να πάρουν μονίμως οι ίδιοι και οι ίδιοι. Μερικές εκτός λογικής αντιδράσεις του Ρούντι, δεν έβρισκαν στον πάγκο ούτε στο ελάχιστο έναν αντικαταστατη με ταλέντο. Επίσης, οταν χρειαζόταν να αμυνθεί στα κρίσιμα σημεια, η επιβεβλημένη σε αυτά επιθετική παρουσία του Σερχι, άφηνε τρύπες στα μετόπισθεν, οι οποίες δεν μπορούσαν να καλυφθούν λόγω της απουσίας ενός ψηλού ικανού στην άμυνα μετά το κεντρικό σκριν.
Εδώ φυσικά ο προπονητής είχε τις ευθύνες του. Ο Σλότερ ήταν προ καιρού στο ρόστερ αλλά περέμεινε παραγκωνισμένος χάρην των αποστάσεων που δημιουργούσε στην επίθεση ο Μπουρούσης, ενώ η αναλογία στα λεπτά του Μίροτιτς και του Ρέγες αδικούσε τον μπαρουτοκαπνισμένο Ισπανό.
Το προηγούμενο καλοκαίρι, αλλά και κατά τη διάρκεια της φετινής σεζόν, ο Ισπανός κοουτς έδειξε πως, πέρα από την προ καιρού σχεδίαση ενός ελκυστικού τρόπου παιχνιδιού, είχε καβαλήσει για τα καλα την καμπύλη της μάθησης. Το κόλπο του ήταν το εξής: αντί για ρολίστες πολυτελείας, έφερε στην ομάδα εμπειρους πρωταγωνιστές έτοιμους να παίξουν τον ρόλο του ρολίστα. Την φυγή των Ντρέιπερ, Ντάρντεν και Ντιεθ, διεδέχθηκε ο ερχομός των Νοτσιόνι, Μασιούλις, Αγιόν και Ρίβερς. Οι δυο πρώτοι ήταν πρωτα βιολιά στις πορείες των Λαμποράλ και ΠΑΟ, ο τρίτος ήξερε να πρωταγωνιστεί στο Μέξικο και να κάθεται στον πάγκο στο ΝΒΑ, και μόνο ο τεταρτος αποτελούσε έναν καθαρά βοηθητικό παίχτη. Παρά τη φυγή του ποιοτικότατου Μίροτιτς, το ρόστερ της Ρεάλ αναβαθμίστηκε ακόμη περισσότερο σε ταλέντο, και μάλιστα έτοιμο να αποδεχθεί με τη σειρά του την υποβάθμιση του.
Το ξεκίνημα της χρονιάς δεν είχε καμμία σχέση με τις πυραυλοκίνητες επιδόσεις της προηγούμενης. Ο Λάσο πάσχιζε να χωρέσει στο rotation ένα σωρό ψηλούς, τα νέα αποκτήματα δεν είχαν βρει θέση και ρόλο, το εργαλείο Ντρέιπερ έδινε πλέον στην Εφές την πίεση στη μπάλα που είχαν συνηθίσει οι Μαδριλένοι. Παρά το γεγονός οτι η Ρεάλ έμενε πιστή στις επιθετικές αρχές της (με τον Νοτσιόνι να ξεκινά ως stretch four), τα πράγματα έδειχναν πως χρειάζεται να αλλάξουν.
Το τοπ-16 έφερε και τις προσαρμογές που συνόδευσαν τους Μαδριλένους ως το τέλος. Σιγά και σταθερά, ο Λάσο κατέληξε στο δίδυμο Ρεγες - Αγιόν, μείωσε τα λεπτά του Μασιούλις (γυρισε και ο Ρουντι) μετατρέποντας τον σε πασπαρτού ανάμεσα σε 2 θέσεις, ανάθεσε έναν ανάλογο ρόλο στον Ρίβερς με καθήκοντα αμυντικού εξολοθρευτή. Πιο σημαντικό από όλα όμως, ξαναέφερε τον Μάρκους Σλότερ στο προσκήνιο, δίνοντας του ικανά λεπτά για να ξεδιπλώσει τις αμυντικές αρετές του. Ο Μπουρούσης πήγε στην άκρη του πάγκου, και ο Αμερικάνος έγινε η "σημαία" μια πενταδας πολυχρηστικής, αλλά και ταυτόχρονα γεμάτης επιθετικές αρετές: Σερχι, Ριβερς, Μασιουλις, Νοτσιόνι, Σλότερ. Ποιον άραγε μπορείς να ξεχάσεις ελευθερο?
Ο Λάσο είχε βρει τη χρυσή τομή ωστε η ομάδα του να σκληρύνει, χωρίς ταυτόχρονα να χάσει πολλά από την αποτελεσματικότητα της. Είναι λάθος να λέμε πως το προσπάθησε μόλις φέτος. Το προσπαθούσε πάντα, ξεκινώντας το τρίτο δεκάλεπτο συχνά με την ταυτόχρονη παρουσία των Ντάρντεν και Ντρέιπερ, και προσπαθώντας να μπαίνει στα τρίτα δεκάλεπτα με μια πεντάδα υψηλής ενέργειας. Το σχέδιο του είχε λειτουργήσει μέχρι ενός σημείου, με τη φετινή στελέχωση να του επιτρέπει να παρατείνει τα λεπτά ανάλογων σχημάτων. Από οσο διάβασα, ρόλο στη μεταστροφή έπαιξαν και οι βοηθοί του. Ε και? Αυτό ελάχιστα αφαιρεί από έναν προπονητή, ίσα ίσα του προσθέτει.
Τελικά, στο final four παρουσιάστηκε μια Ρεάλ πανέτοιμη να κάνει τα πάντα. Να σουτάρει (όπως πάντα) με μανία, να παίξει άμυνα, να βγάλει πρωταγωνιστές από τον πάγκο και να παραγκωνίσει τα αστέρια της. Η προσφορά των Ρούντι, Γιουλ, Ρεγες και Σερχι ωχρίασε μπροστά στις επιδόσεις του Νοτσιόνι και των υπολοίπων. Η διαχείριση των παικτών υπήρξε ιδανική: στον τελικό τα λεπτά μοιράστηκαν σχεδόν ισόποσα σε 10 (!) παίκτες. Ο Κάρολ ξεκίνησε το παιχνίδι, πράγμα σπάνιο, και ξαναμπήκε ακριβώς την ώρα που έπρεπε. Η παρουσία του Μασιούλις ήταν καταλυτική, το μαρκάρισμα του Σλότερ στα πικ εν ρολ του Ολυμπιακού ασφυκτικό.
Το τελικό αποτέλεσμα δεν δικαιώνει τόσο τους υποστηρικτές της αμυντικής μεταστροφής του Ισπανού κοουτς, όσο το ίδιο το αρχικό του πλάνο, εκείνο που υποστήριξε όλα αυτά τα χρόνια. Η Ρεάλ, την ίδια στιγμή που έβρισκε τους παίκτες να ελαφρύνουν το βάρος των σταρ και μια καλύτερη άμυνα, παρέμενε παντα πιστή στο βασικό δόγμα: κλεψιμο, τρέξιμο, αποστάσεις και σουτ, σουτ, σουτ. Η νέα πρωταθλήτρια Ευρώπης είναι (και) η ομάδα του Πάμπλο Λάσο. Οχι εκείνου που την ανέλαβε πριν 5 χρόνια, αλλά του πολύ καλού προπονητή που διόρθωσε κάποια δικά του λάθη, αναδεικνύοντας όμως πρώτιστα το παιχνίδι που ο ίδιος θέλει να πρεσβευει.
Υ.Γ. Η Ρεάλ δεν ήταν χωρίς μειονεκτήματα. Ενα κύριο ήταν η άμυνα στο transition, πράγμα που κατέδειξε το δαιμονιώδες τριλεπτο του Ολυμπιακού στην 3η περίοδο. Οι θεωρήσεις περί "ελέγχου του ρυθμού" με βρίσκουν τόσο σύμφωνο όσο τα περί ομάδας που δεν μπορεί να σκεφτεί. Πριν από τη σκέψη, ερχεται η προετοιμασία και η εκτέλεση του πλάνου. Για μεταφυσικές προσεγγίσεις υπάρχει χώρος αλλού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου