Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Ο Μπλατ, η "ελληνική ψυχή" και οι συσχετισμοί της επιτυχίας.



Πάντα επιστρέφοντας από τις διακοπές και ξαναπιάνοντας πληκτρολόγιο για να σας μεταφέρω τις απόψεις του μεγάλου γκουρού Giorgos Panou ανατρέχω στα σημαντικότερα που ενδεχομένως συνέβησαν εν τη απουσία του. Αύγουστο μήνα σπάνια αξίζει να ασχοληθεί κανείς με οτιδήποτε, ακόμα κι αν βγάλει από τη μύγα ξίγκι. Αυτά, σε ο,τι αφορά το μπάσκετ φυσικά. Γιατί αλλιώς γίνονται πάρα πολλά. 





Αυτό που ξεχώρισα αυτές τις 18 μέρες αποχής και όχι ξεκούρασης (έγινε χαμός μιλάμε) ήταν οι πολιτικές δηλώσεις του Ντέβιντ Μπλατ.



Στις μέρες που η μπασκετική μας γωνιά ήταν κλειστή, ο νέος προπονητής των Κλίβελαντ Καβαλίερς θεώρησε σωστό να πει δημόσια τη γνώμη του για το απίστευτο ανθρωποσφαγείο που συμβαίνει εδώ και καιρό στη Γάζα, δικαιολογώντας απόλυτα τους βομβαρδισμούς, οι οποίοι έφεραν δυσανάλογες απώλειες ζωών ανάμεσα στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα στον τόπο του Παλαιστινιακού μαρτυρίου. Τα αμερικάνικα μέσα ενημέρωσης ανέφεραν τις δηλώσεις ενός σεβαστού ανθρώπου του αθλητισμού και στη συνέχεια πήραν το δρόμο τους. Περίπου το ίδιο έκαναν και οι εδώ αθλητικογράφοι, τους οποιους το ζήτημα πιθανώς και να μην αφορά ιδιαίτερα. Ο Μπλατ άλλωστε είναι Ισραηλινός.



Το θέμα είναι τι χρειάζεται να γίνει για να πεί κανείς πως είναι και μαλάκας. Θέλω να πω, τι ψυχή έχει στα αλήθεια να γράψει κανείς ένα άρθρο το οποίο να υπηρετεί μια, αν όχι κοινή, τουλάχιστον στοιχειώδη λογική?



Ο προβληματισμός έγκειται στο ποια στάση οφείλουμε να κρατάμε οι φιλαθλοι, γράφοντες και μη, απέναντι στους αθλητές που παρακολουθούμε και θαυμάζουμε. Μπορούμε να μιλάμε για «μεγάλους» ανθρώπους και σημαντικές προσωπικότητες όταν οι ίδιοι έξω από τα γήπεδο φέρονται ως παντελώς ηλίθιοι? Μπορούμε να δίνουμε συγχαρητήρια σε ένα σύνολο που πετυχαίνει ένα αθλητικό επίτευγμα όταν (και αν) οι μονάδες που το απαρτίζουν ενδέχεται να εκτοξεύουν την μία ασυναρτησία μετά την άλλη?



Οταν η Φανή Χαλκιά κατέκτησε το κάλπικο χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας δέχθηκε την καθολική αποθέωση των ελληνικών ΜΜΕ εν μέσω παλαβομάρων περί «ελληνικού DNA». Η μεθύστερη ουσιαστική απώλεια της διάκρισης λόγω εμπλοκής της σε σκάνδαλο ντόπινγκ γέμισε τον τόπο αφορισμούς. Σήμερα, αν πληκροτρολογήσει κανείς το όνομα της σε ψαχτήρι, θα πέσει πρώτα πρώτα επάνω στις διαδυκτιακές πένες της υψηλής κριτικής, και ας μην είναι εκείνη που άνοιξε πρώτη το σακούλι με τις μαλακίες.



Οταν ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Πύρρος Δήμας σήκωνε τα βάρη του θριάμβου στη Βαρκελώνη του 1992, το όνομα του έθνους ακούστηκε δυνατά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, δυο μέρες αργότερα η εθνική μας Βούλα φρόντισε να το επαναλάβει σε όσους ενδεχομένως δεν το κατάλαβαν. Από τότε (και πιθανώς και από πιο πριν), οι αθλητές μας φροντίζουν συχνά-πυκνά να μας υπενθυμίζουν την λογική συνάρτηση μεταξύ των αθλητικών ανδραγαθημάτων και της εθνικής καταγωγής. Ο θρίαμβος του Ολυμπιακού στην Κωνσταντινούπολη επί της ΤΣΣΚΑ χαιρετίστηκε από τον πολύπειρο Νίκο Ζήση ως ένα δείγμα «ελληνικής καρδιάς», ο Κώστας Καιμακόγλου προλόγισε την παρουσία μας στο ευρωμπάσκετ του 2013 ως μία στην οποία πρέπει να κατατεθεί «ελληνική ψυχή».



Τα παραδείγματα είναι τυχαία και δεν είναι πάρα μια σταγόνα σε έναν ωκεανό αντίστοιχων δηλώσεων, οι οποίες αναπαραγουν και επαναδιατυπώνουν τη συλλογική μνήμη. Κάθε διατύπωση αντίστοιχου χαρακτήρα που προηγείται και έπεται ενός σημαντικού αθλητικού γεγονότος μας συνδέει ξανά με το 1821, μας υπενθυμίζει τα ιδεογραφήματα της ελληνικής ιστορίας και ως εκ τούτου νομιμοποιείται και νομιμοποιεί. Ως προφορικό κείμενο, αποσπάται από τον «συγγραφέα» και - όπως περίπου θα έλεγε και μια ψυχή – είναι πλεον ελεύθερο να δεχθεί την σημειολογική ερμηνεία όλων. Δεν έχει σημασία ποιος υποστηριζει την άποψη. Σημασία έχει πως «η ελληνική ψυχή» υπάρχει και ο καθένας βάσει αυτού ας πράξει ο,τι καταλαβαίνει.



Είναι λογικά όλα αυτά. Όπως υποστηρίζει άλλωστε και ο Μπένεντικτ Αντερσον στις εξαιρετικές «Φαντασιακές Κοινότητες»*(1), “κανένα έθνος δε φαντάζεται τον εαυτό του να ταυτίζεται με την ανθρωπότητα”. Γιατί να το κάνει το δικό μας, γιατί να επιχειρήσουν να μας πείσουν για κάτι αντίθετο οι πιο σημαίνοντες αθλητικοί μας εκπρόσωποι? Ενας ενδεχόμενος θρίαμβοςτην Ισπανία θα επιβεβαιώσει τα πάππου προς πάππου υποστηριχθέντα. Η ομάδα θα έχει κερδίσει κυρίως προτάσσοντας τα χαρακτηριστικά του έθνους.



Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον αξιότιμο κύριο Μπλατ? Κάποιος μπορεί να μην βλέπει καμμία, όμως πιστεύω αξίζει να τουλάχιστον να αναρωτηθεί κατά πόσο οι αθλητές και οι προπονητές εκπροσωπούν στην πραγματικότητα κάτι άλλο εκτός από τον εαυτό τους. Και εν πάσει περιπτώσει, αν σταθούμε κριτικά απέναντι στις γελοίες τοποθετήσεις του Μπλατ, θα πρέπει με το ίδιο κριτικό πρίσμα να σταθούμε απέναντι στους δικούς μας πρωταγωνιστές όταν επιχειρούν να συνδέσουν τις επιτυχίες τους με μία θαυματουργή εθνική ουσία. Η λογική που αναδεικνύεται είναι και στις δύο πειπτώσεις η ίδια.



 Οι νοήμονες αυτού του κόσμου γνωρίζουμε την ανακρίβεια τέτοιων συσχετισμών και επιλέγουμε να μη δώσουμε σημασία. Πέραν των αθλητικών επιτυχιών εξάλλου, οι περισσότεροι αναγνώστες αυτού του μπλογκ ή της σελίδας, είμαστε πιθανότατα πληρέστεροι άνθρωποι από τους παίκτες των οποίων τις επιτυχίες αποζητάμε.



Κατά τα άλλα, αναμένω με αγωνία το Μουντομπάσκετ. Σε κάθε νίκη θα πανηγυρίσω γιατί η εθνική Ελλάδος μπάσκετ είναι η αγαπημένη μου ομάδα.






*(1) Για όσους έχουν όρεξη, θα σας συνιστούσα ανεπιφύλακτα να διαβάσετε τις «Φαντασικές κοινότητες» του Μπένεντικτ Αντερσον από τις εκδόσεις Νεφέλη. Αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα ανθρωπολογική μελέτη επάνω στις απαρχές του εθνικισμού και την κατανόηση του πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως μέρος ενός έθνους. Χωρίς αφορισμούς και χωρίς κορώνες, πιθανώς και με λίγο παραπάνω ακαδημαισμό, ο συγγραφέας προσφέρει εξηγήσεις έτοιμες να μετατραπούν σε απόψεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου